Bloodcult's blog with film and book reviews, past articles about Art, History, Mythology, Literature, Cinema, Philosophy and much more. For now, available only in Greek.

Saturday, April 23, 2011

Vlad Tepes - The Impaler



Ο Vlad Tepes, Dracula ήταν μια από τις πιο αμφιλεγόμενες προσωπικότητες της Ρουμανικής Μεσαιωνικής ιστορίας και της ιστορίας γενικότερα. Γεννημένος το 1431, έζησε μια πολυτάραχη και περιπετειώδη ζωή. Υπήρξε τρεις φορές Βασιλέας της Βλαχίας (Tara Romaneaska): το φθινόπωρο του 1448, από το 1456 μέχρι το 1462, και το χειμώνα του 1476. Όμως, υπήρξε όμηρος στα χέρια ενός Τούρκου σουλτάνου όταν ήταν ακόμα παιδί, βλέποντας με τα μάτια του το βιασμό του αδερφού του από τους υποτακτικούς του σουλτάνου, γεγονός που τον σημάδεψε για το υπόλοιπο της ζωής του. Υπήρξε εξόριστος πρίγκιπας στην Τρανσυλβανία και τη Μολδαβία, και κρατούμενος του υποτιθέμενου συμμάχου του Iancu de Hunedoara, Κυβερνήτη της Τρανσυλβανίας. Τα γεγονότα που θα περιγράψουμε συνέβησαν κυρίως κατά τη δεύτερη και σημαντικότερη περίοδο της βασιλείας του, μεταξύ 1456 και 1462.

Μετά το θάνατο του πατέρα του, Vlad Dracul (όπου σημαίνει Vlad “Ο Διάβολος”), ένα παρατσούκλι που του δόθηκε από τους ντόπιους, λόγω της σημαντικής θέσης που κατείχε στο Τάγμα των Δραγόνων (“Order of the Dragon”) το παρατσούκλι Dracula το κράτησε και ο γιος του, Vlad Tepes, Σήμαινε επίσης “ο γιος του Dracul”.
Ο Vlad Tepes ανέβηκε στο θρόνο το 1456, μετά από μια σύντομη βασιλεία το 1448, με τη βοήθεια του Iancu de Hunedoara, κυβερνήτη της Τρανσυλβανίας, που τον είδε σαν χρήσιμο και ικανό σύμμαχο στη μάχη εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ανεβαίνοντας στο θρόνο, o Vlad Tepes συνέχισε την παραδοσιακή διπλωματική πολιτική, προσπαθώντας να διατηρήσει την ανεξαρτησία της χώρας από τις σημαντικές τοπικές δυνάμεις, με βραχυπρόθεσμες συμμαχίες με καθεμία από αυτές. Αυτό είχε ως σκοπό να αποφύγει να προσκολληθεί αποκλειστικά στην πολιτική σφαίρα μιας από αυτές (Οθωμανικής, Αψβουργικής ή Πολωνικής). Από την άλλη πλευρά, μόλις ανέβηκε στο θρόνο, όχι μόνο είδε τον εαυτό του ως την μεγαλύτερη προσωπικότητα της εποχής, αλλά και ενέργησε ανάλογα. Έτσι, αποτελεί το αντιπροσωπευτικότερο παράδειγμα του ιδανικού τυράννου, ο οποίος έβαζε τα πάντα και τους πάντες σε κατώτερη μοίρα από αυτόν.
Ένα από τα πρώτα μέτρα που έλαβε αφότου ανέβηκε στο θρόνο, έτσι ώστε να ορθοποδήσει η αδύναμη κεντρική εξουσία της χώρας, ήταν το παλούκωμα 50 τοπικών υπερμάχων των πολιτικών του αντιπάλων. Ο Tepes συνέχισε να εφαρμόζει αυτή την πολιτική σε όλη τη διάρκεια της βασιλείας του, εκβάλλοντας βίαια κάθε πιθανή απειλή που εμφανιζόταν ενάντια στην εξουσία του. Όχι μόνο ακολούθησε τα ιδανικά του, αλλά η καταστολή αυτή έλαβε χώρα σε εκτεταμένη κλίμακα. Με αυτόν τον τρόπο, με την παραμικρή υποψία επανάστασης, όλη η οικογένεια του κάθε επαναστάτη ήταν καταδικασμένη χωρίς καμία εξαίρεση (παιδιά, γυναίκες, υπηρέτες και λοιποί συγγενείς). Όλοι αντιμετωπίζονταν το ίδιο, ανεξαρτήτου κοινωνικής βαθμίδας και οικονομικής κατάστασης. Ένα άλλο σημαντικό μέτρο που πάρθηκε, ήταν η αναμόρφωση και ανακατάταξη του στρατού. Πρώτα, οργάνωσε μία σημαντική προσωπική φρουρά, κυρίως από πολύ καλά εκπαιδευμένους και καλοπληρωμένους μισθοφόρους, οι οποίοι δεν απομακρύνονταν ποτέ από κοντά του. Επίσης, οργάνωσε καλύτερα και επέκτεινε τον τακτικό στρατό, που ήταν διαθέσιμος σε περίπτωση πολέμου, έτσι ώστε να ήταν ιδιαίτερα αποτελεσματικός σε τέτοια περίπτωση. Μόλις αποκαταστάθηκε η εσωτερική τάξη, ο Vlad Tepes επέκτεινε τους ορίζοντές του σε θέματα εξωτερικής πολιτικής.
Αποτέλεσμα της απόκτησης του θρόνου με Ουγγρική υποστήριξη, ήταν η καχύποπτη αντιμετώπιση που έλαβε από τις Οθωμανικές δυνάμεις, και έτσι ήταν αναγκασμένος να δρα με μεγάλη προσοχή απέναντι τους. Απέτισε μεγάλο φόρο τιμής στον σουλτάνο και ουδέποτε έδειξε ότι θα επαναστατούσε εναντίον του. Όμως ο σουλτάνος ετοίμασε μια παγίδα για τον Vlad Tepes. Έστειλε μια μεγάλη στρατιωτική δύναμη, με κρυφό σκοπό να συλλάβουν και να σκοτώσουν τον Vlad. Αυτός όμως προέβλεψε την κίνηση και πήρε προφυλάξεις… και όλοι οι Τούρκοι στρατιώτες κατέληξαν παλουκωμένοι.
Το 1461 έκανε μία ξαφνική προσφορά στον σουλτάνο, να πάει ο ίδιος να αποτίσει φόρο τιμής ως πράξη υποταγής. Ενθουσιασμένος, ο σουλτάνος δέχτηκε. Ο Vlad παίρνοντας μαζί του ένα μεγάλο αριθμό στρατιωτών, πέρασε τον Δούναβη και μπήκε στην Οθωμανική αυτοκρατορία αντιμετωπιζόμενος με ύψιστο σεβασμό παντού, όπως είχε διατάξει ο σουλτάνος. Αλλά όταν εισχώρησε βαθιά στα οθωμανικά εδάφη ο Vlad Tepes άλλαξε ξαφνικά το “σχέδιό” του, σταμάτησε και άρχισε να γυρίζει πίσω σφάζοντας τους πάντες στο δρόμο του, αποκαλύπτοντας έτσι το πραγματικό του σχέδιο. Από τα κομμένα κεφάλια που μέτρησαν οι υποτακτικοί του σουλτάνου, τα θύματα ήταν πάνω από 20.000. Ο σουλτάνος Mohammed II, ένας από τους μεγαλύτερους Οθωμανούς ηγέτες, κατακτητής της Κωνσταντινούπολης, ανησύχησε από τα γεγονότα αυτά. Αλλά ο Tepes είχε διαλέξει προσεκτικά την εποχή για ένα τέτοιου είδους εγχείρημα, κοντά στην έλευση του χειμώνα, έτσι ώστε ο σουλτάνος να μην μπορεί να πάρει άμεσα κατασταλτικά μέσα. Αλλά το Μάη του 1462 ο σουλτάνος πέρασε το Δούναβη και εισήλθε στην Βλαχία ηγούμενος του μεγαλύτερου στρατού που είχε συγκεντρωθεί ποτέ μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης. Ήταν ένας στρατός μεταξύ 130.000 και 250.000 στρατιωτών, προερχόμενοι από διάφορες τοποθεσίες. Εμπρός σε αυτή την απειλή, ο Tepes συγκέντρωσε το πολύ 40.000 στρατιώτες. Βέβαια, κανείς από τους “παραδοσιακούς συμμάχους” του δεν έστειλε δυνάμεις για υποστήριξη.
Αντιμέτωπος με αυτή την κατάσταση, ο Tepes υιοθέτησε τις παραδοσιακές τακτικές της χώρας του. Ερήμωναν τα πάντα εμπρός στον Τουρκικό στρατό, καίγοντας τα χωριά και τις σοδειές, αποκλίνοντας τα ποτάμια από τη φυσιολογική τους ροή, δηλητηριάζοντας τα πηγάδια και τις λίμνες, κρύβοντας τους ανθρώπους και τα ζώα στα δάση. Ένα άλλο πιο σκληρό μέτρο ήταν να στέλνουν τους βαριά άρρωστους στην πορεία του τουρκικού στρατού, έτσι ώστε να μεταδίδουν την πανούκλα και άλλες σοβαρές ασθένειες στον εχθρό.
Έτσι, ο στρατός του σουλτάνου εισήλθε στη Βλαχία κατάκοπος, πεινασμένος και αποδεκατισμένος. Ο Tepes με το στρατό του έκαναν ξαφνικές και σύντομες επιθέσεις στον τουρκικό στρατό, σε μέρη που ήταν πλεονεκτικά γι’ αυτόν το σκοπό, και εξαφανίζονταν ταχύτατα μετά από αυτές. Κάθε Τούρκος στρατιώτης που έμενε πίσω ή τραυματιζόταν, σφαγιαζόταν αμέσως από τους στρατιώτες του Vlad, αποκεφαλιζόταν και επιδεικνυόταν παλουκωμένος μπρος στην τουρκική στρατιά, ως παράδειγμα του τι έμελλε να συμβεί στους υπόλοιπους. Καθώς η τουρκική στρατιά πλησίαζε την πρωτεύουσα Tirgoviste το ηθικό και οι δυνάμεις των στρατιωτών ήταν σε πολύ άσχημη κατάσταση. Δίπλα στο φρούριο της πόλης μια νέα δυσάρεστη έκπληξη τους περίμενε. Ένας “στρατός” από 20.000 νεκρούς Τούρκους στρατιώτες κρεμόταν στον αέρα παλουκωμένος, σχηματίζοντας ένα δάσος από πτώματα. Οι Τούρκοι στρατιώτες πάγωσαν και μόνο τρόμο μπορούσαν να νιώθουν από εκεί και πέρα. Μια βραδιά όμως, αφού οι Τούρκοι είχαν κατασκηνώσει και προσπαθούσαν να συνέλθουν από τα δεινά που είχαν υποστεί, ο Vlad Tepes μεταμφιέστηκε σε Τούρκο ανώτερο και τους έπιασε στον ύπνο, κάνοντας τους να τα χάσουν και να αρχίσουν να σφάζονται μεταξύ τους μέσα στο σκοτάδι.
Όμως, αν και ο σουλτάνος δεν μπορούσε να επιβληθεί άμεσα στον στρατό του Vlad και, αν και αναγκάστηκε να υποχωρήσει, περνώντας το Δούναβη πανικόβλητος, αυτός ήταν που βγήκε νικητής το τέλος. Λόγω του εύθραυστου πολιτικού συστήματος που επικρατούσε πίσω στην πατρίδα και με το γεγονός ότι ο Vlad ήθελε να συνεχίσει τον πόλεμο ενάντια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, ο εσωτερικός εχθρός του Radu βρήκε την ευκαιρία και με άλλους συμμάχους του, εχθρούς του Vlad και της πολεμικής του πολιτικής, κινήθηκαν εναντίον του. Ο Vlad Tepes αναγκάστηκε να καταφύγει στην Τρανσυλβανία, όπου ο υποτιθέμενος σύμμαχός του Iancu de Hunedoara, τον φυλάκισε. Ο Tepes έμεινε στη φυλακή μέχρι την τελευταία μικρή του βασιλεία, το 1476, παλουκώνοντας ποντίκια μέσα στο κελί του και εκπαιδεύοντας αράχνες.
Μερικές από τις πράξεις του, κατά τη δεύτερη περίοδο του ως Βασιλέας της Βλαχίας, παρέμειναν διάσημες. Είχε συνεχώς μεγάλες προσδοκίες από τους ξένους πρέσβεις. Έβλεπε τον εαυτό του ως ένα μεγάλο βασιλιά και ήθελε να του συμπεριφέρονται ανάλογα οι άλλοι βασιλείς, μέσω των πρέσβεών τους. Κάθε πρέσβης ή αγγελιοφόρος που τον συναντούσε και δεν ανταποκρινόταν στις μεγάλες προσδοκίες του, παλουκωνόταν αμέσως και ο Vlad θεωρούσε ότι το φταίξιμο γι’ αυτή την πράξη δεν ήταν δικό του αλλά εκείνου που τον έστειλε και δεν τον προετοίμασε ανάλογα για να συναντήσει ένα μεγάλο βασιλιά. Μερικοί αγγελιοφόροι του σουλτάνου που δεν έβγαζαν τα καπέλα τους εμπρός του (όπως απαιτούσε το εγχώριο έθιμο, αλλά όχι και το οθωμανικό) αναγκαζόταν να υποστεί μια “ενδιαφέρουσα θεραπεία”. Του κάρφωναν το καπέλο στο κεφάλι με καρφιά… Ο Vlad πάντα προσπαθούσε να ξεγελάσει ξένους αγγελιοφόρους που τον επισκέπτονταν και αν αυτοί δεν του έδιναν τις σωστές κατ’ αυτόν απαντήσεις… παλουκώνονταν. Και κάθε βασιλιάς που προσπαθούσε να τον καλοπιάσει ή να του πει ψέματα, είχε την ίδια μοίρα.
Ας αναφερθούμε τώρα για λίγο στην περιβόητη αυτή διαδικασία του παλουκώματος. Πρώτα, τα ξύλα που χρησιμοποιούνταν είχαν 3-4 μέτρα ύψος, πιο λεπτά από τη μια άκρη και χόντρυναν σιγά-σιγά κατά μήκος ως την άλλη άκρη. Το παλούκι έμπαινε στο σώμα από τον πρωκτό του θύματος και έβγαινε πίσω από το λαιμό του. Όταν τα σήκωναν ψηλά, τα θύματα ήταν ακόμα ζωντανά και κατέβαιναν αργά προς το παχύτερο μέρος του κονταριού, με ασύλληπτους πόνους. Μερικοί άντεχαν για λίγες μέρες αλλά υπέφεραν πόνους πέρα από κάθε λογική. Ο Vlad Tepes συχνά έπαιρνε το γεύμα του περικυκλωμένος από τα παλουκωμένα θύματά του. Ακόμα, δεχόταν τους κάθε λογής επισκέπτες του (πρέσβεις, αγγελιοφόρους, βασιλείς) υπό τέτοιες συνθήκες, προσκαλώντας τους να γευματίσουν μαζί… Όταν όμως κάποιος παραπονιόταν για την κακοσμία, ο Vlad παράγγελνε ένα ειδικό παλούκι γι’ αυτόν, με ύψος διπλάσιο του συνηθισμένου, έτσι, για να κρέμεται ψηλά, στον καθαρό αέρα…
O Vlad ηγήθηκε μιας δραστικής πολιτικής για να εξαλείψει τις κλοπές και κάθε άλλο παρασιτικό φαινόμενο. Μάζεψε όλους τους ζητιάνους, τυφλούς και ανάπηρους της χώρας, τους τάισε καλά και μετά τους έριξε όλους στην πυρά… Κάθε ελάχιστη απόκλιση από το νόμο τιμωρούνταν αμέσως με παλούκωμα. Και τελικά, οι έμποροι μπορούσαν να αφήνουν τα προϊόντα τους στο δρόμο ακόμα και τη νύχτα, χωρίς κανείς κλέφτης να τα αγγίζει. Λέγεται επίσης ότι ο Tepes τοποθέτησε σε ένα σιντριβάνι ένα πολύτιμο αντικείμενο από χρυσάφι. Και όσο παρέμεινε βασιλιάς, κανένας δεν το άγγιξε… Ποια ήταν τα μέσα που χρησιμοποίησε; Φόβος και τρόμος… Δραστικά μέσα άμεσης τιμωρίας… Αν και τέτοια μέσα δεν έχουν να κάνουν με τη χριστιανική ηθική, πολλοί χρειάστηκαν και χρειάζονται την παρουσία του στη σημερινή Ρουμανία…
Σύντομα μετά την τρίτη ενθρόνισή του, ο Vlad πέθανε, κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες… Ίσως να σκοτώθηκε από κάποια πλεκτάνη που δημιούργησαν εναντίον του οι κρυφοί εγχώριοι αντίπαλοι του, ίσως να σκοτώθηκε στη μάχη από δικούς του στρατιώτες, μιας και συνήθιζε να μάχεται φορώντας στολή Τούρκου αξιωματούχου για να ξεγελάει τον εχθρό…
Από εδώ και πέρα, θα προσπαθήσουμε να δούμε πώς ο Vlad Tepes, ηγεμόνας της Tara Romaneaska, έγινε γνωστός ως Dracula, ο βρικόλακας της Τρανσυλβανίας. Λίγο πριν πεθάνει και λίγο αργότερα από το θάνατό του, ορισμένοι θρύλοι άρχισαν να κυκλοφορούν, σχετικά με τη ζωή του και τις αποτρόπαιες πράξεις του. Οι πιο σημαντικές από αυτές ήταν “Οι Σλαβονικές Ιστορίες” (“The Slavonic Stories”) οι οποίες γράφηκαν σχεδόν σίγουρα από έναν Sas, κάτοικο της Τρανσυλβανίας. Οι Sas ήταν ένας Γερμανικός πληθυσμός της Αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας, οι οποίοι είχαν αναλάβει την υπεράσπιση των συνόρων της, μαζί με τους Secui, ένα άλλο γερμανικό πληθυσμό της αυτοκρατορίας. Είναι γνωστό ότι ο Vlad Tepes συγκρούστηκε με αυτούς τους πληθυσμούς στο παρελθόν κυρίως για εμπορικούς και οικονομικούς λόγους. Εκείνοι, υποστήριζαν ηθικά και υλικά κάθε αντίπαλο του Vlad, οπότε και αυτός έστειλε στρατιές και εξαφάνισαν από προσώπου γης μερικές από τις πόλεις τους… Σαν αποτέλεσμα, σε ιστορίες που κατασκεύασαν και διέδωσαν οι πληθυσμοί αυτοί, ο Vlad εμφανίζεται ως ένας αιμοδιψής τύραννος που απολάμβανε με σατανική ευχαρίστηση τα εγκλήματά του, μια εικόνα που όμως ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα τις περισσότερες φορές. Τον παρουσίαζαν ως το Διάβολο επί γης. Όπως γίνεται συνήθως, οι ιστορίες αυτές υπερέβαλλαν σε μεγάλο βαθμό, δίνοντας έμφαση στο σαδισμό του και τη σατανικότητά του, και πηγαίνοντας τα σε ένα πιο μεταφυσικό επίπεδο.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχει και η γενική θέση της Ρουμανικής ιστοριογραφίας, όπου ο Vlad Tepes παρουσιάζεται ως ο μεγάλος υπερασπιστής του Χριστιανισμού εμπρός στην Μουσουλμανική απειλή. Παρουσιάζεται σκληρός αλλά τίμιος, μια εκδοχή που είναι τόσο υποτιμητική όσο και η προαναφερθείσα. Ολόκληρη σχεδόν τη Ρουμανική ιστοριογραφία καλύπτει η ιστορία της εγχώριας Χριστιανικής Ορθοδοξίας, επίσημα τουλάχιστον, και φυσικά δεν θα μπορούσαν να παρουσιάσουν τον Vlad ως ένα τύραννο και σαδιστή, μιας και δεν θα ταίριαζε με την ηθική και τους νόμους της Ορθοδοξίας. Πέρα από τις Σλαβονικές Ιστορίες, υπάρχει και πλήθος άλλων, όπως οι Σλαβικές, παρόμοιες με τις προαναφερθείσες, αλλά χωρίς να δίνουν έμφαση στη σατανικότητα του Vlad, αλλά περισσότερο στο θάρρος του ως πολέμαρχου, στην εξυπνάδα και την πονηριά του.
Οι τωρινοί ιστορικοί γενικά αποδέχονται τον Vlad Tepes σαν ένα μεγάλο στρατηγό και οργανωτή στρατού, έναν άνθρωπο που ήξερε να επιβάλλει τη θέλησή του σαν Βασιλιάς… Όμως δεν μπορεί να αρνηθεί κανείς ότι ο Vlad ήταν κάτι παραπάνω από τρομακτικός με τις ενέργειές του κατά καιρούς… Η φήμη του έφτασε αργότερα στις Δυτικές χώρες, γνωστός πια σαν Dracula… Και από το σημείο εκείνο η φήμη αυτή όλο και μεγάλωνε και οι ιστορίες που κατασκευάζονταν για τη ζωή του οργίαζαν.
Ο εκμοντερνισμός του μύθου - αφού ο μύθος έχει επικρατήσει περισσότερο από τα ιστορικά γεγονότα – ξεκίνησε με το διάσημο βιβλίο του Bram Stocker “Dracula”. Στο βιβλίο αυτό, ακόμα και ο συγγραφέας σημειώνει στην αρχή ότι η ιστορία που περιγράφεται είναι καθαρά φανταστική, αν και χρησιμοποίησε κάποια ιστορικά γεγονότα. Εκεί, βρίσκουμε το Vlad να είναι ένας Τρανσυλβανός πρίγκιπας, ένα αιμοδιψές βαμπίρ που ταξιδεύει στους αιώνες ψάχνοντας για την αληθινή του αγάπη. Αν και καθαρά φανταστική ιστορία, η προσέγγιση αυτή αμέσως θεωρήθηκε με ενθουσιασμό ως κάτι που “πρέπει να είναι αλήθεια!”, κυρίως από τις Δυτικές κοινωνίες. Η πραγματικότητα υπέστη μια αλλαγή πολύ βαθιά και οι άνθρωποι ταυτίστηκαν με το μύθο, αδιαφορώντας για τα πνευματικά και ιστορικά γεγονότα. Τα πάντα έγιναν ένα φτηνό ρομάντζο, κατακρεουργώντας την – αφανή – πνευματικότητα που είναι παρούσα στα μέρη της νυν Ρουμανίας. Κι’ αυτό γιατί έννοιες όπως η Αθανασία και ο Βαμπιρισμός πάντα κατείχαν σημαντική και μόνιμη θέση στα μέρη αυτά, και από την παρουσία τους ανήλθε και η πραγματικότητα του Vlad Tepes. Οι εγχώριες αυτές έννοιες χρησιμοποιήθηκαν από τη Δυτική παρακμιακή κουλτούρα και πρόσθεσαν τα δικά τους στοιχεία, όπως το σύνηθες πια συναισθηματικό μέρος, για να κάνουν την ιστορία πιο “προσιτή” στο απληροφόρητο κοινό.
Είναι ενδιαφέρον να δούμε τι κατάφερε ο Bram Stocker με το βιβλίο του. Επηρεασμένος από ένα απλό Ρουμανικό μύθο παρήγαγε ένα παραμύθι προσιτό στο ευρύ κοινό, το οποίο ενθουσιάστηκε από τα πρωτοφανή “μυστήρια” που περιγράφονταν και από την πρωτόγνωρη ρομαντική και σκοτεινή ατμόσφαιρα που πολύ προσεκτικά εισήχθη. Δεν είναι εδώ όμως ούτε το κατάλληλο μέρος ούτε η στιγμή να αναλύσουμε την επιφανειακή και εμπορική προσέγγιση του καθετί που “αγγίζεται” από τη Δυτική “βιομηχανία”.
Ας δούμε καλύτερα ποιες ντόπιες πνευματικές έννοιες και γεγονότα σχετίζονται με το Vlad Tepes. Οι Αρχαίοι Δακοί, εκπρόσωποι της εποχής του χαλκού και του λίθου, οι αρχαιότεροι πρόγονοι των Ρουμάνων (έζησαν νομαδικά στην τωρινή τοποθεσία της Ρουμανίας ξεκινώντας περίπου πριν 7000 χρόνια) ήταν από τους λίγους βάρβαρους λαούς που πραγματικά πίστευαν στην Αθανασία. Ήταν μεγάλη αρετή γι’ αυτούς να περιφρονούν τη ζωή και να πεθαίνουν στο βωμό της εθνικής και πνευματικής ελευθερίας. Στη μάχη πάντα επέλεγαν ένα δοξασμένο και έντιμο θάνατο παρά τον οποιοδήποτε εξευτελισμό. Κάθε τέσσερα χρόνια έστελναν έναν επίλεκτο στον υπέρτατο θρησκευτικό τους ηγέτη, ονόματι Zalmoxis. Πάνω στα βουνά, πετούσαν τον άνθρωπο αυτό πάνω σε σουβλερά κοντάρια. Αν δεν πέθαινε αμέσως, θεωρούσαν ότι απορρίφθηκε από τον Zalmoxis οπότε ένας άλλος ακολουθούσε. Ήταν μεγάλη τιμή να είναι κάποιος ο μελλοθάνατος. Είχαν επίσης ένα πολεμικό έμβλημα-σημαία σε σχήμα κεφαλιού Λύκου-Δράκου, και όταν έτρεχαν στη μάχη, αυτό, σε συνδυασμό με τον αέρα που το διαπερνούσε, παρήγαγε ένα τρομακτικό θόρυβο σαν ουρλιαχτό λύκου. Τους συσχέτιζαν με τους λύκους, για τη σκληρότητα και την αιμοδιψή τους διάθεση. Πολλές φορές έκαναν και κάποιου είδους λυκανθρωπικές τελετές μεταξύ τους.
Μια εγχώρια παράδοση αναφέρεται στα ταξίδια που έκαναν οι πρόσφατα αποθανόντες στον κόσμο των νεκρών και πίσω, αψηφώντας τους νόμους που υπαγορεύει η φύση του ανθρώπου. Μόνο αν πραγματοποιούνταν κάποιες συγκεκριμένες αρχαίες τελετές μπορούσε να αποφευχθεί κάτι τέτοιο για τα άτομα αυτά. Και ακόμα και σήμερα, εδώ, όταν κάποιος θεωρείται ότι έχει γίνει Strigoi – βαμπίρ – μετά το θάνατό του, τον ξεθάβουν και καίνε το σώμα του δίχως δισταγμό, γεγονός που έχει τις ρίζες του σε αρχαίες Δακικές τελετές. Στο σημείο αυτό μπορούμε να αναφερθούμε και στην παγκόσμια αντίληψη του ότι θάνατος σημαίνει είσοδος σε μια διαφορετική πραγματικότητα, όχι πολύ διαφορετική από την παρούσα, στις πύλες μεταξύ των δύο κόσμων, πότε οι πύλες αυτές είναι ανοικτές και πολλά άλλα… Αλλά τώρα δεν είναι η κατάλληλη στιγμή να επεκταθούμε.
Η πίστη στην ύπαρξη βαμπίρ έχει κάνει πιο πολύπλοκους τους επικήδειους λόγους και διαδικασίες, για να προστατευθεί υποτίθεται ο κόσμος των ζωντανών από την επικείμενη έλευση τους. Σε περιπτώσεις ασυνήθιστου θανάτου, τα μέτρα που παίρνονται είναι πιο δραστικά. Αφαιρείται η καρδιά του νεκρού και καρφώνεται με ένα μεγάλο καρφί ή βάζουν φωτιά γύρω από τον τάφο του. Και αυτές οι προφυλάξεις δεν αποτελούν αποκλειστικότητα του 14ου αιώνα αλλά χρησιμοποιούνται ακόμα και σήμερα σε ορισμένα μέρη της Ρουμανίας…
Η διαιώνιση τέτοιων αντιλήψεων και τελετουργιών (εδώ αναλύουμε με λίγα λόγια μόνο ένα μέρος αυτών) έχει κάνε τη φιγούρα του Vlad Tepes γραφική στη Ρουμανία και κάτι το σύνηθες αλλά και το αξιοσέβαστο…
Το παραπάνω κείμενο είναι πνευματική ιδιοκτησία του Gabriel Mafa (NegruNEGURA BUNGET) και η ανατύπωση του έγινε μετά από άδεια του συγγραφέα. Οι ιστορικές αναφορές πληροφορίες που παρουσιάζονται στο κείμενο αυτό έχουν συλλεχθεί από πλήθος Ρουμανικών κυρίως ιστορικών βιβλίων. Για οποιαδήποτε παρατήρηση και για προτεινόμενη βιβλιογραφία σχετικά με το θέμα, επικοινωνήστε με το περιοδικό ή με το συγγραφέα του άρθρου.

No comments:

Post a Comment